Αθηναϊκό πρωί, Ιούλιος 2024, στο Αισθητικό Δάσος Υμηττού*. Στη σκιά του μεγάλου πλάτανου στο πλάι της Μονής Καισαριανής. Είναι νωρίς, όμως η ζέστη είναι ήδη αρκετή. Επικρατεί ηρεμία. Μια τσουγκράνα ακούγεται κοντά. Περνάει γρήγορα μια κίσσα ενώ παρατηρώ δύο χελώνες (κρασπεδωτές) να τρώνε λίγο πιο ‘κει. Γύρω κουτσουπιές, κυπαρίσσια, φλαμουριές, βελανιδιές και πεύκα. Ιδανικό! Όμως όχι ακριβώς “φυσικό”. Σχεδόν ό,τι υπάρχει γύρω μου έχει φυτευτεί από ανθρώπινο χέρι.
Προχώρησα και βρίσκομαι στον λόφο των Ταξιαρχών, στο “Μπαλκόνι της Αθήνας” (αν έχετε έρθει, ξέρετε το γιατί). Από εδώ έως τη θάλασσα, παρεμβάλλονται το δάσος και η πόλη. Η απόσταση, στιγμιαία, τους δίνει μια “άτρωτη” ιδιότητα. Λάθος. Βρισκόμαστε σε αντιπυρική περίοδο. Φωτιές έχουν ήδη κάψει δέντρα και σπίτια. Ένας άνθρωπος έχει χάσει τη ζωή του από ανακοπή στη Σταμάτα. Το 112 έχει ήδη ηχήσει περισσότερες φορές από ό,τι ελπίζαμε. Ό,τι βλέπω μπροστά μου, κινδυνεύει.
Υπερβολικό; Όχι. Ο χώρος που περπατάμε, είτε είναι η Βασιλίσσης Σοφίας είτε το βοτανικό μονοπάτι του αισθητικού δάσους βρίσκονται στο ίδιο μεγάλο αλληλεξαρτώμενο σύστημα.
Ζούμε σε μια αυτοκαταστροφική νουβέλα με τίτλο “Η Προθέρμανση”, όπου με εγκληματική συνέπεια ετοιμάζουμε τη φριχτή παγίδα που θα πέσουμε μέσα.
Καμένα δέντρα, αποτεφρωμένα ζώα, πλημμύρες, άνθρωποι σε κίνδυνο, κατεστραμμένα σπίτια, καύσωνας, Α/C στο φουλ και γύρω να ακούγονται τσιτάτα “καλά ε, φέτος είναι ανυπόφορη η κατάσταση”, “η κλιματική αλλαγή είναι εδώ” (λες και δεν χτυπούν οι επιστήμονες τα καμπανάκια χρόνια τώρα).
Ζούμε σε μια αυτοκαταστροφική νουβέλα με τίτλο “Η Προθέρμανση”, όπου με εγκληματική συνέπεια ετοιμάζουμε τη φριχτή παγίδα που θα πέσουμε μέσα. Κινδυνεύοντας να ακουστώ απλοϊκός και γραφικός, υπάρχει ανάγκη να υπενθυμίζουμε συνεχώς ότι ακόμα κι αν κάτι δεν το βλέπουμε ή/και δεν μας χτυπάει την πόρτα, δεν σημαίνει πως δεν είναι και εκεί.
Γιατί αυτό το άγχος; Γιατί καίγονται τα δάση; Φταίνε οι άνθρωποι; Οι επιτήδειοι ή οι αμελείς; Φταίνε τα παλιά καλώδια ή μήπως τα είδη των δέντρων;
Η “Αντιπυρική περίοδος” έχει ξεκινήσει ήδη για φέτος. Επίσημα, από την 1η Μαΐου και διαρκεί έως την 31η Οκτωβρίου. Μια περίοδος, που για όσες/ους ασχολούνται με τα δάση και τη χερσαία φύση, σημαίνει να ορίζουν την κάθε ημέρα και τη διάθεσή τους από την επίσκεψη στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας για να μάθουν τον ημερήσιο κίνδυνο πυρκαγιάς.
Γιατί αυτό το άγχος; Γιατί καίγονται τα δάση; Φταίνε οι άνθρωποι; Οι επιτήδειοι ή οι αμελείς; Φταίνε τα παλιά καλώδια ή μήπως τα είδη των δέντρων; Φταίνε με διαφορετικό ποσοστό ευθύνης όλα τα παραπάνω, συν κι άλλα ακόμα, και ο μόνος τρόπος να προστατευτούμε είναι να μην παραγνωρίζουμε καμία αιτία πυρκαγιάς (δόλια και μη).
Η φωτιά σπάνια συγχωρεί, και σπανιότερα εκείνους που δεν την περιμένουν.
Ακόμα και αν ο αγώνας είναι κάποιες φορές άνισος, οφείλουμε ως σύνολο να προετοιμαστούμε και να προσπαθήσουμε για το καλύτερο. Να χρησιμοποιήσουμε τις στάχτες, τη γνώση και τα λάθη του παρελθόντος, ώστε να θωρακίσουμε το σήμερα και το μέλλον. Μόνο με την αποδοχή των κινδύνων, την αναγνώριση των ιδιαιτεροτήτων των οικοσυστημάτων, τη σωστή διαχείριση, την πρόληψη και ένα πλάνο δράσης μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό το τέρας. Η φωτιά σπάνια συγχωρεί, και σπανιότερα εκείνους που δεν την περιμένουν.
Στη δημόσια συζήτηση για την αντιπυρική προστασία και τις αναδασώσεις, ενίοτε ακούμε ότι για τις πυρκαγιές έφταιγε το ίδιο το καύσιμο, με συνήθεις ύποπτους τα “εύφλεκτα” πευκοδάση. Όμως, πώς μπορούμε να δαιμονοποιούμε ένα αυτόχθον δέντρο, που υπήρχε εδώ πριν από εμάς;
Κάποια πευκοδάση έχουν εξελιχθεί ώστε όταν καούν (γιατί στατιστικά κάποια στιγμή θα καούν με φυσικό τρόπο) να μπορούν να αναγεννηθούν.
Καταρχάς, δεν είναι όλα τα πεύκα ίδια. Στην Ελλάδα έχουμε 7 είδη. Τα δύο πιο κλασσικά που βρίσκουμε σε χαμηλότερα υψόμετρα είναι η τραχεία και η χαλέπιος πεύκη, δύο είδη που αναφέρονται ως “πυρόφιλα” ή “πυράντοχα”. Αυτά τα πευκοδάση έχουν εξελιχθεί ώστε όταν καούν (γιατί στατιστικά κάποια στιγμή θα καούν με φυσικό τρόπο) να μπορούν να αναγεννηθούν.
Όμως, το μεσοδιάστημα ανάμεσα στις φωτιές είναι που κάνει τη διαφορά. Τα νέα φυτά θα πρέπει να έχουν φτάσει σε αναπαραγωγική ηλικία πριν την επόμενη φωτιά. Αλλιώς δεν θα υπάρχουν σπόροι για να φυτρώσουν τα επόμενα. Εδώ είναι που οι ανθρωπογενείς φωτιές χαλάνε το πρόγραμμα, καθώς παρεμβαίνουν στον φυσικό κύκλο αυτών των δασών και άμα ένα δάσος καεί κατ’ εξακολούθηση τότε παύει και να αναγεννάται (βλ. Πεντέλη).
Δεν είναι λύση η εξαφάνιση των πεύκων από το σπίτι τους.
Προφανώς αρκετές αναδασώσεις έχουν γίνει με λανθασμένους τρόπους, χωρίς σωστή μελέτη και υλοποίηση, και χωρίς επιστημονική υποστήριξη. Όμως δεν είναι λύση η εξαφάνιση των πεύκων από το σπίτι τους (μιλώντας για την Αττική και τα αντίστοιχα υψόμετρα).
Η λύση βρίσκεται στο να γίνονται αναδασώσεις όποτε πραγματικά χρειάζεται, να υπάρχει σωστή μελέτη αναδάσωσης με επιστημονική τεκμηρίωση και παράλληλα παραδοχή των κινδύνων με σκοπό να γίνει ένας πλήρης και σωστός σχεδιασμός πρόληψης και προστασίας του νέου δάσους.
*Το Αισθητικό Δάσος Υμηττού αποτελεί δημιουργία ενός οράματος για κάτι καλύτερο. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Φιλοδασική Ένωση Αθηνών – της οποίας ανέλαβα τη διεύθυνση τον περασμένο Μάρτιο – με οδηγό το όραμα των τ. προέδρων της, Καίτης Αργυροπούλου και Βασιλείου Μελά, φύτεψε όλο αυτό το δάσος σ’ έναν κατεστραμμένο από τον πόλεμο Υμηττό. Αυτό το έργο, αυτό το δάσος ηλικίας περίπου 80 ετών, δίνει ελπίδα πως με όραμα, δουλειά και συνεργασία θα μπορούμε πάντα να δίνουμε πίσω στη φύση τον χώρο που της ανήκει.
fyi: Ο Παναγιώτης Καφούσιας είναι γεωλόγος-παλαιοντολόγος και διευθυντής της Φιλοδασικής Ένωσης Αθηνών.